Μια ανησυχητική εικόνα για την ποιότητα των ψαριών που καταναλώνουμε αποκαλύπτει μελέτη του Συστήματος Ταχείας Ειδοποίησης για τα Τρόφιμα και τις Ζωοοτροφές (RASFF).

Σύμφωνα με τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν από το 2000 έως το 2022, ο τόνος, ο ξιφίας, ο σολομός, το σκουμπρί και οι καρχαρίες φιγουράρουν στις κορυφαίες θέσεις των πιο μολυσμένων ψαριών που κυκλοφορούν στην αγορά.

Η μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό Food Control, ρίχνει φως στις χώρες προέλευσης των προβληματικών ψαριών, στους κινδύνους που ελλοχεύουν για την υγεία μας και στα συχνότερα ανιχνευόμενα μολυσμαντικά στοιχεία.

Η εν λόγω εικόνα είναι διακοσμητική και ΔΕΝ αντιπροσωπεύει το κείμενο του άρθρου

Κόκκινη κάρτα στους “πρωταθλητές” της μόλυνσης:

  • Τόνος: 16,66% των κοινοποιήσεων του RASFF για ζητήματα ασφαλείας αφορούν τον τόνο, με κύρια μολυσμαντικά στοιχεία την ισταμίνη, τον υδράργυρο και τον Anisakis.
  • Ξιφίας: Ακολουθεί ο ξιφίας με 15,98%, μολυσμένος κυρίως από υδράργυρο, Listeria monocytogenes και Anisakis.
  • Σολομός: Ο σολομός, με ποσοστό 8,23%, έρχεται τρίτος, φέροντας το βάρος της μόλυνσης από υδράργυρο, Listeria monocytogenes και βαρέα μέταλλα.
  • Σκουμπρί: Το σκουμπρί (4,48%) μολύνεται συχνά από ισταμίνη, υδράργυρο και βαρέα μέταλλα.
  • Καρχαρίες: Τέλος, οι καρχαρίες (3,77%) έρχονται πέμπτοι στη λίστα, με κύρια προβλήματα την υψηλή συγκέντρωση βαρέων μετάλλων και την παρουσία υδραργύρου.

Από πού προέρχονται τα μολυσμένα ψάρια;

Σύμφωνα με τη μελέτη, η Ισπανία (14,66%), το Βιετνάμ (7,70%), το Μαρόκο (5,35%), η Κίνα (4,48%) και η Ινδονησία (4,02%) αποτελούν τις χώρες με τις περισσότερες καταγραφές προβληματικών ψαριών και αλιευτικών προϊόντων.

Κίνδυνοι για την υγεία:

Η μελέτη του RASFF φέρνει στο προσκήνιο μια σειρά από κινδύνους για την υγεία που σχετίζονται με την κατανάλωση μολυσμένων ψαριών. Τα βαρέα μέταλλα, όπως ο υδράργυρος, μπορούν να προκαλέσουν νευρολογικές βλάβες, προβλήματα στα νεφρά και αναπνευστικές δυσκολίες. Παθογόνοι μικροοργανισμοί, όπως η Listeria monocytogenes, ευθύνονται για τροφικές δηλητηριάσεις, ενώ η μόλυνση από Anisakis μπορεί να οδηγήσει σε αλλεργικές αντιδράσεις και γαστρεντερολογικά προβλήματα.

Προσοχή στην Ελλάδα:

Τον περασμένο Μάρτιο, η Ελλάδα ενημέρωσε το RASFF για την ανίχνευση υδραργύρου σε εισαγόμενο φαγκρί, αποτρέποντας έγκαιρα την κυκλοφορία του στην αγορά.

Πώς μολύνονται τα ψάρια;

Η μόλυνση των ψαριών μπορεί να συμβεί σε διάφορα στάδια, από την παραγωγή και την επεξεργασία έως τη διανομή και την κατανάλωση.

  • Ρύπανση του θαλάσσιου περιβάλλοντος: Η ρίψη βιομηχανικών αποβλήτων, χημικών ουσιών και αγροτικών λιπασμάτων στη θάλασσα αποτελεί μια σημαντική πηγή μόλυνσης για τα ψάρια.
  • Υπερβολική αλιεία: Η υπεραλίευση ορισμένων ειδών ψαριών μπορεί να οδηγήσει στην εξάντληση των πληθυσμών τους και στην αλλοίωση του θαλάσσιου οικοσυστήματος, καθιστώντας τα πιο ευάλωτα σε ρύπους.
  • Εκτροφεία ψαριών: Η εντατική εκτροφή ψαριών σε κλειστούς χώρους μπορεί να ευνοήσει την εξάπλωση ασθενειών και την μόλυνση από χημικές ουσίες και αντιβιοτικά.
  • Κλιματική αλλαγή: Η άνοδος της θερμοκρασίας της θάλασσας και η αλλαγή του pH του νερού μπορούν να επηρεάσουν την υγεία των ψαριών και να τα κάνουν πιο ευάλωτα σε μολύνσεις.

Τι μπορούμε να κάνουμε;

Η αντιμετώπιση της μόλυνσης των ψαριών απαιτεί μια συλλογική προσπάθεια σε διάφορα επίπεδα:

  • Μείωση της ρύπανσης: Εφαρμογή αυστηρότερων περιβαλλοντικών κανονισμών για τη μείωση της ρύπανσης από βιομηχανικές και γεωργικές δραστηριότητες.
  • Βιώσιμη αλιεία: Υιοθέτηση πρακτικών βιώσιμης αλιείας για την προστασία των θαλάσσιων πόρων και την αποφυγή της υπεραλίευσης.
  • Βελτίωση των συνθηκών εκτροφής: Εφαρμογή αυστηρών προτύπων για την εκτροφή ψαριών, με έμφαση στην υγεία και την ευημερία των ψαριών και στην προστασία του περιβάλλοντος.
  • Ενημέρωση καταναλωτών: Ενημέρωση των καταναλωτών σχετικά με τους κινδύνους της κατανάλωσης μολυσμένων ψαριών και προτροπή για την επιλογή ψαριών από αξιόπιστες πηγές.

Η προστασία των θαλασσών και η διασφάλιση της υγείας των ψαριών είναι απαραίτητες για την αειφορική διαχείριση των θαλάσσιων πόρων και την εξασφάλιση της επισιτιστικής ασφάλειας για τις μελλοντικές γενιές.